Κάταγμα μηριαίου οστού
Κάταγμα είναι το σπάσιμο του οστού.
Το μηριαίο οστό είναι από τα μεγαλύτερα και τα πιο γερά οστά του ανθρώπινου σώματος. Το κάταγμα μηριαίου σχετίζεται με κάκωση υψηλής βίας.
Το κάταγμα της κνήμης είναι ένα αρκετά συχνό φαινόμενο, λόγω και της θέσης του οστού, το οποίο είναι εκτεθειμένο και στερείται μυϊκής επαρκούς κάλυψης. Συνήθως το κάταγμα της κνήμης συνοδεύεται και από το κάταγμα της περόνης.
Ποια κατάγματα εντοπίζονται στο μηριαίο οστό;
Τα κατάγματα που δημιουργούνται στο μηριαίο και στη κνήμη ποικίλουν και είναι τα εξής:
- Εγκάρσιο, Λοξό ή Σπειροειδές κάταγμα ανάλογα με το σχήμα του.
- Συντριπτικό κάταγμα, σε περισσότερα κομμάτια
- Ενδαρθρικά, τα οποία χωρίζουν την επιφάνεια του γόνατος σε πολλά κομμάτια.
- Κλειστά, δηλαδή το οστό δεν έρχεται σε επαφή με το περιβάλλον.
- Συντριπτικά κατάγματα είναι τα ασταθή κατάγματα κατά τα οποία το οστό έχει σπάσει σε περισσότερα από τρία κομμάτια.
- Ανοιχτά κατάγματα, στα οποία το οστό βγαίνει από το δέρμα και έχει έρθει σε επαφή με το περιβάλλον και έχει εκτεθεί σε μικρόβια. Επομένως χρειάζεται και περισσότερο χρόνο για την επούλωση.
- Κλειστά κατάγματα, στα οποία το οστό δεν έχει έρθει σε επαφή με το περιβάλλον εφόσον δεν έχει διαπεράσει το δέρμα.
- Σταθερά κατάγματα στα οποία δεν υπάρχει παρεκτόπιση του οστού.
- Παρεκτοπισμένα κατάγματα στα οποία τα άκρα των οστών δεν είναι ευθυγραμμισμένα.
- Εγκάρσια κατάγματα, στα οποία υπάρχει μια κάθετη καταγματική γραμμή.
- Λοξά κατάγματα, στα οποία υπάρχει μια λοξή καταγματική γραμμή.
- Σπειροειδή κατάγματα, τα οποία έχουν προκληθεί από μια στροφική κάκωση.
Είδη καταγμάτων μηριαίου και κνήμης
Ταξινομείται έτσι ανάλογα με το σχήμα του
Στα ανοιχτά κατάγματα το οστό βγαίνει από το δέρμα που έχει κοπεί και έχει έρθει σε επαφή με το περιβάλλον και έχει εκτεθεί σε μικρόβια. Επομένως χρειάζεται και περισσότερο χρόνο για την επούλωση.
Στα κλειστά κατάγματα το οστό δεν έχει έρθει σε επαφή με το περιβάλλον εφόσον δεν έχει διαπεράσει το δέρμα.
Στο άνω μέρος έχει την σφαιρική κεφαλή του που αρθρώνεται με την κοτύλη της λεκάνης και κάνουν την άρθρωση του Ισχίου. Στο κάτω μέρος δημιουργεί την άρθρωση του γόνατος μαζί με την κνήμη και την επιγονατίδα.
Τα κατάγματα του μηριαίου και της κνήμης μπορούν να συμβούν στις εξής περιπτώσεις:
- Ύστερα από πτώση
- Σε τροχαίο ατύχημα
- Μετά από αθλητικό τραυματισμό
- Οστεοπόρωση (αδύναμα και εύθραυστα οστά)
Τα συχνότερα συμπτώματα που παρουσιάζονται είναι:
- Οξύς πόνος
- Παραμόρφωση του σκέλους
- Αδυναμία στη βάδιση και φόρτιση στο τραυματισμένο σκέλος
- Οίδημα
- Μωλωπισμός
- Αστάθεια
- Ευαισθησία
Ο ορθοπεδικός γιατρός θα πάρει ένα καλό ιστορικό από τον ασθενή για να δει τα ακριβή αίτια, δηλαδή πως προκλήθηκε η κάκωση. Στη συνέχεια θα προχωρήσει σε κλινική εξέταση. Θα εξετάσει δηλαδή την περιοχή καθώς και αν υπάρχει και σε άλλη περιοχή του σώματος κάποιο πρόβλημα.
Στη συνέχεια θα προχωρήσει σε κλινική εξέταση και θα επιβεβαιώσει τη διάγνωσή του με ακτινογραφίες για να δει τον τύπο κατάγματος και αν υπάρχει παρεκτόπιση ή όχι. Στη περίπτωση που υποπτεύεται επέκταση του κατάγματος θα ζητήσει και αξονική τομογραφία.
Πως αντιμετωπίζονται τα κατάγματα του μηριαίου οστού;
Στη συντηρητική θεραπεία οι νάρθηκες κρατούν το οστό ακινητοποιημένο μέχρι να επουλωθεί, μόνο στις περιπτώσεις που τα οστά είναι ευθυγραμμισμένα. Επειδή όμως με αυτό τον τρόπο δεν επιτρέπεται στον ασθενή η γρήγορη κινητοποίηση χρησιμοποιείται όλο και λιγότερο σε σχέση με τη χειρουργική αντιμετώπιση.
Στη χειρουργική αντιμετώπιση ανάλογα με τον τύπο του κατάγματος και τη θέση γίνεται:
- Εσωτερική οστεοσύνθεση, με πλάκα και βίδες για τη σωστή ανάταξη των οστών
- Ενδομυελική ήλωση, με ένα ειδικά διαμορφωμένο καρφί που εισέρχεται στην μυελική κοιλότητα του οστού και το σταθεροποιεί.
- Εξωτερική οστεοσύνθεση, με μεταλλικές βίδες και καρφίδες στο μέσο του οστού, οι οποίες συνδέονται με μπάρες εκτός του δέρματος για την σταθεροποίησή του.